Είδαμε την παράσταση και σχολιάζουμε
Γράφει ο Γιώργος Σταυρακίδης
Ξεκίνησε η περιοδεία της καλοκαιρινής παραγωγής του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών και τα πρώτα δείγματα δείχνουν επιτυχία! Από την πρεμιέρα στο Ανοιχτό Αμφιθέατρο του ΔΙΠΑΕ Σερρών όπου οι θεατές έδειξαν πόσο πολύ την χάρηκαν, μέχρι την πρόσφατη παράσταση στη Θεσσαλονίκη στο Θέατρο Κήπου όπου ο κόσμος ανταποκρίθηκε παρά την έντονη ζέστη της ημέρας.
Άλλωστε η νέα τάση κι αυτό που όλοι λίγο πολύ συζητάμε στα πηγαδάκια μεταξύ μας, είναι πως όλα δείχνουν πως ο κόσμος αποζητά πλέον την κωμωδία. Ίσως να ευθύνεται η δύσκολη καθημερινότητα, ίσως να υπάρχουν πλέον και κομμάτια κόπωσης στον τρόπο που αποδίδονται οι τραγωδίες, ίσως ακόμα και επειδή επαναλαμβάνονται συχνά τα ίδια και τα ίδια έργα, ο κόσμος φαίνεται να τρέχει σε κωμωδίες και να ζητά να γελάσει. Κι αυτό, ένα παραπάνω το βλέπουμε στο τέλος στην υπόκλιση όπου τα χειροκροτήματα δε σταματούν. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν, το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών επέλεξε αυτό το καλοκαίρι να ανεβάσει μία κλασική κωμωδία δια χειρός Μολιέρου και όσο κι αν αυτό ακούγεται απλοϊκό, το βρίσκω πια εξαιρετικά δύσκολο για έναν σκηνοθέτη να αναμετρηθεί με αυτό που κουβαλάει ο Μολιέρος και μία επαναλαμβανόμενη παρουσία ενώπιων ενός κοινού, χωρίς να πέσει στην παγίδα της ευκολίας και της τυποποιημένης απόδοσης. Για να τα λέμε τα πράγματα λοιπόν και πιο απλά, οφείλει ο σκηνοθέτης να πάρει μία κωμωδία σαν το «Γιατρός με το στανιό» και να το κάνει μία σύγχρονη κωμωδία – όχι σκηνικά απαραίτητα, όσο αισθητικά και με τη σωστή δόση χιουμορ ώστε να μην βγει κάτι παλιό ή φθηνό.
Εδώ λοιπόν, στον «Γιατρό» του ΔΗΠΕΘΕ Σερρών, η επιλογή ενός νέου ανθρώπου για τη σκηνοθεσία στάθηκε σωτήρια. Ο Ντίνος Ψυχογιός ήρθε στις Σέρρες κουβαλώντας στις αποσκευές του μία σπουδαία πορεία θεατρική και μία διάθεση να μην αντιγράψει αλλά να προσφέρει κάτι φρέσκο που θα κάνει τους θεατές να γελάσουν. Και το κάνει ξεκάθαρο πολύ γρήγορα βλέποντας την παράσταση του. Ενορχηστρώνοντας σχεδόν με μαεστρία το ανθρώπινο δυναμικό του, κούρδισε σωστά τα πάντα και λειτουργούν σχεδόν μαγικά προσφέροντας μία ωραία παράσταση για όλη την οικογένεια – όπως το είδα και το βίωσα κι εγώ στο Θέατρο Κήπου όπου γύρω μου υπήρχαν θεατές κάθε ηλικίας, από ανθρώπους μεγάλης ηλικίας μέχρι μικρά παιδιά που στο τέλος ζήτησαν να βγουν φωτογραφίες με τους ηθοποιούς.
Μιλώντας για τους ηθοποιούς της παράστασης, δε γίνεται αρχικά να μην σταθώ στον πρωταγωνιστή, τον Γιάννη Σαμψαλάκη που υποδύεται τον «γιατρό». Πρόκειται για έναν άρτιο ηθοποιό - παιδί του Κρατικού που τα επόμενα χρόνια έκανε εξαιρετικές δουλειές σε κρατικά θέατρα αλλά και στο ιδιωτικό θέατρο, κουβαλώντας στη σκηνή όλη αυτή την εμπειρία του πια. Πληθωρικός, πηγαίος και απόλυτα αφοσιωμένος σε αυτό που καλείται να κάνει, είναι απολαυστικός στη σκηνή και αξίζει όλο το χειροκρότημα που εισπράττει. Από την άλλη, θα μείνω στην αγαπημένη μου Αστερόπη Χαριτίδου που συστάσεις ιδιαίτερες δε χρειάζεται για όσους παρακολουθούν θέατρο στις Σέρρες. Για πολλά χρόνια συνεργάζεται με το Δημοτικό Θέατρο των Σερρών και έχει καταφέρει σε πολλά και διαφορετικά είδη να είναι πάντα εκεί ως παρουσία και ως καλλιτεχνικό βάρος – κάτι όχι πολύ εύκολο όταν πρέπει να αποδώσεις πράγματα που αποφασίζουν άλλοι. Κι όμως, η Χαριτίδου αποδεικνύει πάντα πόσο καλή ηθοποιός είναι και χαίρομαι που αποτελεί πια σταθερή αξία για τις Σέρρες. Στο ίδιο μοτίβο, άλλοι δύο υπέροχοι κύριοι του Σερραικού θεάτρου – ο Γιώργος Καρύδας και ο Αστέρης Πολυχρονίδης – που κι εδώ δημιουργούν τις δικές τους περσόνες και είναι απολαυστικοί σε αυτό που προσφέρουν. (Κάπου εδώ να πω πως βλέποντας στη σκηνή τον Καρύδα με την Χαριτίδου, μοιραία δεν γινόταν να μη σκεφτώ την πολύ αγαπημένη μου θεατρική τους στιγμή στη Μικρή Σκηνή του Θεάτρου Αστέρια το 2018 με το «Νυφικό Κρεβάτι» σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Ζλατίντση, όπου έγραψε τη δική του ιστορία στην πόλη).
Χριστίνα Αναγνώστου, Ελένη Καλαφάτη, Φανή Λύκου και Δημήτρης Λουιζίδης συμπληρώνουν με περίσσιο ταλέντο την ομάδα και δημιουργούν όλοι μαζί ένα ευχάριστο, ρυθμικό αποτέλεσμα που δίνει όλα όσα υπόσχεται.
Το σύγχρονο σκηνικό της Μαρίνας Κωνσταντινίδου εξυπηρετεί στοχευμένα την πλοκή, ενώ η μουσική του αξιόλογου συνθέτη Κώστα Μπουντούρη ανεβάζει κι άλλο το αποτέλεσμα με μουσικές και τραγούδια που μοιάζουν να έχουν τον δικό τους επιπλέον ρόλο στην παράσταση, κάνοντας πολλές φορές το αποτέλεσμα να θυμίζει καλό μιούζικαλ.
Πολλές φορές σκέφτομαι πως ένας θεατρικός φορέας – είτε κρατικός είτε δημοτικός όπως είναι τα ΔΗΠΕΘΕ – οφείλει να είναι ανατρεπτικός και να προσφέρει το εναλλακτικό ή το καινούριο στο κοινό. Είναι ακριβώς εκείνος που πρέπει να προτείνει και να ανατρέψει αυτό το αναμενόμενο που ζητά το κοινό. Από την άλλη, είναι ικανότητα να μπορεί και να ακούσει τις επιθυμίες του κοινού και της κάθε εποχής και να προσφέρει όχι το εύκολο ή το πρόσκαιρο, αλλά εκείνο που έχει ανάγκη το κοινό του. Το να δώσει το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών μία κωμωδία του Μολιέρου αυτό το καλοκαίρι, είναι από εύστοχο μέχρι και σοφό. Ειδικά, όταν αυτή είναι σωστά φροντισμένη χωρίς εκπτώσεις και με μπόλικη έμπνευση. Κι αυτό αρχικά το οφείλει στον Ντίνο Ψυχογιό, αλλά από την άλλη το οφείλει στον καθένα που έβαλε το δικό του απόθεμα ταλέντου για να μπορούμε να καθόμαστε απέναντι τους με άνεση και να απολαμβάνουμε τον «Γιατρό με το στανιό». Από το πρώτο λεπτό στην αρχή μέχρι το τελευταίο χειροκρότημα στο τέλος!
Το υπόλοιπο πρόγραμμα της μεγάλης περιοδείας το βρίσκετε ΕΔΩ
Δημοσίευση σχολίου